Η νόσος του Crohn, γνωστή επίσης ως κοκκιωματώδης κολίτιδα ή τοπική εντερίτιδα, είναι μια φλεγμονώδης πάθηση του εντέρου χωρίς γνωστή αιτία. Αυτή η πάθηση προκαλεί φλεγμονή στο βλεννογόνο του εντέρου και επηρεάζει όλο το τοίχωμα του εντέρου, προκαλώντας διάφορες αλλοιώσεις που μπορεί να επιφέρουν σοβαρές επιπλοκές. Η αντιμετώπιση της νόσου του Crohn εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το σημείο εκδήλωσης της, η σοβαρότητα της πάθησης, τυχόν επιπλοκές και την ανταπόκριση σε προηγούμενες θεραπείες. Στόχος της θεραπείας είναι να ελέγξει τη φλεγμονή, να διορθώσει τυχόν διατροφικές ανεπάρκειες και να ανακουφίσει από τα συμπτώματα, όπως ο κοιλιακός πόνος, η διάρροια και η πρωκτική αιμορραγία. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση φαρμάκων, τη λήψη διατροφικών συμπληρωμάτων, ή μια συνδυαστική προσέγγιση και με τα δύο.
Αζαθειοπρίνη
Μια κατηγορία φαρμάκων που χρησιμοποιείται για τη νόσο του Crohn, είναι τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα. Συγκεκριμένα, αυτά τα φάρμακα, όπως η 6-μερκαπτοπουρίνη και η αζαθειοπρίνη, είναι θειοπουρινικά και λειτουργούν ως αναστολείς του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι παράγοντες ανοσοκαταστολής επεμβαίνουν αποτρέποντας την φλεγμονή στον οργανισμό, που προκαλείται λόγω της νόσου. Ωστόσο, αυτά τα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν παρενέργειες, όπως ναυτία, έμετο και διάρροια, και μπορεί να μειώσουν την αντίσταση του οργανισμού στη μόλυνση.
Η αζαθειοπρίνη είναι χημικό ανάλογο των φυσιολογικών πουρινών (αδενίνης, γουανίνης και υποξανθίνης). Όπως και η 6-μερκαπτοπουρίνη και η θειογουανίνη, είναι αντιμεταβολίτης, λειτουργεί δηλαδή ως ανταγωνιστής της πουρίνης. Η αζαθειοπρίνη μεταβάλλεται αρχικά με μη ενζυμική διάσπαση προς 6-μερκαπτοπουρίνη, η οποία στη συνέχεια υφίσταται περαιτέρω μεταβολισμό. Η 6-μερκαπτοπουρίνη μπορεί να οξειδωθεί, να μεθυλιωθεί ή να σχηματιστεί σε μια ποικιλία δραστικών μεταβολιτών του θιονουκλεοτιδίου. Πρόκειται για νουκλεοτίδια θειογουανίνης που προέρχονται από το φάρμακο και τα οποία ενσωματώνεται στο DNA ως ψευδοβάση. Αυτοί οι μεταβολίτες των θειονουκλεοτιδίων ανταγωνίζονται τους φυσιολογικούς ομόλογούς τους σε πολλές βιοχημικές οδούς. Δεδομένου ότι τα νουκλεοτίδια διαδραματίζουν πολλαπλούς σημαντικούς ρόλους στα κύτταρα: αποτελούν δομικά συστατικά του DNA και του RNA, είναι απαραίτητοι φορείς ενέργειας (για παράδειγμα, ATP και GTP), λειτουργούν ως δευετερογενείς αγγελιοφόροι, γίνεται κατανοητό ότι η σημασία αυτών των εξαρτώμενων από τα νουκλεοτίδια διεργασιών για τη λειτουργία και τη διαίρεση των κυττάρων είναι αυτή που κάνει τον αντιμεταβολίτη της θειοπουρίνης αζαθειοπρίνη αποτελεσματικό ανοσοκατασταλτικό και κυτταροτοξικό παράγοντα.
TPMT
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με τη χρήση φαρμάκων θειοπουρίνης περιλαμβάνουν γαστρεντερική δυσανεξία, μυελοκαταστολή, ηπατίτιδα, παγκρεατίτιδα και γριπώδη σύνδρομα. Ο μεταβολισμός των θειοπουρινών εξαρτάται από μια σημαντική ενζυμική οδό που περιλαμβάνει τη θειοπουρινική S-μεθυλοτρανσφεράση (TPMT Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπάρχουν πολυμορφισμοί στο γονίδιο που επηρεάζει την έκφραση του εν λόγω ενζύμου. Αυτοί οι πολυμορφισμοί μπορούν να οδηγήσουν σε διαφορετικά επίπεδα δραστικότητας του TPMT. Υπάρχουν διάφορα εναλλακτικά αλληλόμορφα του TPMT, με το TPMT3A να είναι το πιο συνηθισμένο παραλλαγμένο αλληλόμορφο στους λευκούς Καυκάσιους. Παράλληλα, άλλες μεταλλάξεις μπορούν να εμφανιστούν ανεξάρτητα από αυτήν (TPMT3B και TPMT3C), ενώ σε διαφορετικές εθνοτικές ομάδες, τα πιο κοινά παραλλαγμένα αλληλόμορφα μπορεί να διαφέρουν. Για παράδειγμα, σε κορεατικό πληθυσμό, το TPMT3C είναι το πιο κοινό παραλλαγμένο αλληλόμορφο, ενώ το TPMT*3A είναι σπάνιο.
Στους Καυκάσιους πληθυσμούς, ένας στους 300 ασθενείς δεν έχει λειτουργική δραστικότητα του TPMT (ομόζυγος μεταλλαγμένος TPMT). Περίπου το 11% έχουν μερική λειτουργία του TPMT (Ετερόζυγος TPMT), και το 89% έχουν κανονική έως και αυξημένη λειτουργία του TPMT (ομόζυγος άγριος τύπος TPMT).
Η ανεπάρκεια της TPMT έχει ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση μυελοκαταστολής με αποτέλεσμα ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) να συνιστά στους γιατρούς να μετρούν τα επίπεδα δραστικότητας της TPMT ή να προσδιορίζουν τον γονότυπο της TPMT πριν από την έναρξη της θεραπείας με θειοπουρίνες για την αποφυγή της μυελοτοξικότητας.
Πρέπει να τονίσουμε, ωστόσο, ότι ακόμα και στις περιπτώσεις με κανονική λειτουργία του TPMT, οι ασθενείς μπορεί να υπόκεινται σε μυελοτοξικότητα, ηπατίτιδα και παγκρεατίτιδα λόγω παραγόντων που δεν σχετίζονται με τα επίπεδα TPMT.. Ως εκ τούτου, παραμένει σημαντικό να συνεχίζεται η παρατήρηση των εργαστηριακών τιμών σε όλους τους ασθενείς που αρχίζουν να λαμβάνουν θειοπουρίνες.
Ενισχύστε την Υγεία σας
Ελπίζουμε ότι βρήκατε χρήσιμες τις πληροφορίες αυτού του άρθρου. Αν ενδιαφέρεστε να μάθετε περισσότερα για το πώς η γενετική μπορεί να βελτιώσει την υγεία σας, συνιστούμε την υπηρεσία TPMT PGx της DNA Therapeutics. Αυτή η υπηρεσία προσφέρει εξειδικευμένη γενετική ανάλυση για να σας βοηθήσει στην πρόληψη και διαχείριση της υγείας σας.
Μοιράσου το:
- Πατήστε για κοινοποίηση στο Facebook(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο LinkedIn(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Twitter(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Reddit(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Pinterest(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Πατήστε για να μοιραστείτε στο Telegram(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Πατήστε για να μοιραστείτε στο WhatsApp(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για αποστολή ενός συνδέσμου μέσω email σε έναν/μία φίλο/η(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για εκτύπωση(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)